τετραποδισμός

τετραποδισμός
ο шаг (аллюр)

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "τετραποδισμός" в других словарях:

  • τετραποδισμός — ο, ΝΑ [τετραποδίζω] το βάδισμα με τα τέσσερα, το μπουσούλημα νεοελλ. (για ιπποειδή) το βάδισμα που γίνεται καθώς το ζώο σηκώνει και κατεβάζει τα πόδια διαδοχικά …   Dictionary of Greek

  • τετραποδισμός — ο 1. το βάδισμα με τα τέσσερα, το μπουσούλημα. 2. (για ζώα) περπάτημα βάδην …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • τετραποδισμόν — τετραποδισμός a going on all fours masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βάδην — Αθλητικό αγώνισμα που προέρχεται από το κοινό βάδισμα. Διακρίνεται από το τρέξιμο στο ότι το πόδι που προβάλλει πρέπει να συναντήσει το έδαφος, προτού το άλλο πόδι αποσπαστεί από αυτό. Η διαφορά του από το συνηθισμένο περπάτημα είναι ότι το πόδι… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»